Το Δράν

Των εκλογών τα πάθη

Των εκλογών τα πάθη

Δανείζομαι τον τίτλο του άρθρου μου από ένα εξαιρετικό βιβλίο του αειμνήστου εκλογολόγου και πολιτικού επιστήμονα Ηλία Νικολακόπουλου, που αξίζει να διαβαστεί, καθώς εντός αυτού αποτυπώνονται λεπτομερώς οι σημαντικότερες εκλογικές αναμετρήσεις του τόπου. Κι όμως, λίγο πολύ το περιεχόμενο του βιβλίου ομοιάζει στο περιεχόμενο του άρθρου που διαβάζετε. Τις τελευταίες ημέρες γίναμε όλοι μάρτυρες ενός ατελείωτου σίριαλ αναφορικά με την υπόθεση παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη. Η κόντρα που ξέσπασε μεταξύ των κομμάτων κορυφώθηκε τις προηγούμενες ημέρες στη Βουλή, με αλληλοκατηγορίες, προσωπικές αντεγκλήσεις και «κοκορομαχίες» μεταξύ των κομμάτων να έχουν την τιμητική τους. Και μέσα σε όλη αυτή τη συζήτηση, υποβόσκει και το σενάριο των πρόωρων εκλογών, που πραγματικά αποτελεί τη «λυδία λίθο» των ρεπορτάζ ανέκαθεν. Έχει γραφτεί για την Ελλάδα, ότι η σεναριολογία περί πρόωρων εκλογών ξεκινάει την επομένη των προσφάτως τελεσθεισών εκλογών και όχι άδικα θα έλεγε κανείς. Μολαταύτα, και σε κάθε περίπτωση η επόμενη εκλογική αναμέτρηση αναμένεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, από κάθε άποψη. Από το ποιος παράγοντας θα επηρεάσει την στρατηγική του εκλογικού σώματος, μέχρι τα μετεκλογικά αλισβερίσια που θα ακολουθήσουν από τη Δευτέρα το πρωί και τις εξελίξεις στα κόμματα που θα καταφέρουν ή όχι να εισέλθουν στην εθνική αντιπροσωπεία.

Τί θα κρίνει το αποτέλεσμα;

Ομολογουμένως πολλοί παράγοντες. Τα προηγούμενα χρόνια ήταν μεστά εξελίξεων σε κάθε τομέα της καθημερινότητάς μας. Στην οικονομία, το προσφυγικό, την ασφάλεια, τα ελληνοτουρκικά, τα υγειονομικά, την ενέργεια, την πολιτική προστασία, την ανεργία και την ακρίβεια, όχι μόνο τα γεγονότα εναλλασσόταν το ένα μετά το άλλο, αλλά και η εις βάθος διερεύνησή τους δεν ήταν καθόλου πληκτική. Σίγουρα το κομμάτι της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης θα παίξει κομβικό ρόλο στην εκλογική συμπεριφορά των Ελλήνων, που είδαν φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος και απαγορευτικές τιμές στα ράφια των super market για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδίως μέσα στο 2022. Οι παλαιότεροι από εσάς σίγουρα θα θυμάστε, ότι η ακρίβεια ήταν ένα από τα «σαράκια» που έφθειρε ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη το 2000 – 2004. Η μετάβαση από τη δραχμή στο ευρώ δηλαδή, έφερε στην τότε αγορά μεγάλο εύρος ανατιμήσεων από βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης μέχρι και στα είδη πολυτελείας. Το «καλάθι της νοικοκυράς» δηλαδή, στέρεψε με το χαρακτηριστικό παράδειγμα του μαϊντανού, που από 50 δραχμές μεσοσταθμικά την περίοδο την περίοδο της δραχμής, μετατράπηκε σε μια νύκτα σε… 50 λεπτά του ευρώ, κατά την προσφιλή συνήθεια των Ελλήνων να επιχειρούν να προσαρμόσουν τα πάντα επί το… ελληνικότερον και το απλούστερον. Αλλά, φευ, τα 50 λεπτά μεταφράζονται σε περίπου 170 δραχμές και κάτι ψιλά. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να αντιληφθεί το «χτύπημα» στην οικονομία που έφερε τούτη η πρακτική. Ήταν φυσικό επακόλουθο η επικράτηση του Κώστα Καραμανλή το Μάρτιο του 2004. Ανάλογο σκηνικό ενδέχεται να επικρατήσει και τώρα, με τη δυσαρέσκεια ωστόσο των πολιτών, να μην κατευθύνεται προς ένα μεμονωμένο κόμμα, αλλά στην γκρίζα δεξαμενή των αναποφασίστων ή σε μικρότερα κόμματα.

Οι μετεκλογικές συνεργασίες

Εδώ κι αν η υπόθεση «έχει ζουμί». Ως γνωστόν, οι επικείμενες εκλογές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής, η οποία προβλέπει κατανομή των εδρών της Βουλής ανάλογα με την πραγματική εκλογική δύναμη κάθε κόμματος, δίχως να συμπεριλαμβάνει κάποιο bonus εδρών για το 1ο κόμμα, όπως ίσχυε παλαιότερα με τους νόμους Παυλόπουλου / Σκανδαλίδη. Για να το εξηγήσουμε αυτό πρακτικά, αν ένα κόμμα λάβει 30 % επί των εγκύρων ψηφοδελτίων, αυτό συνεπάγεται και 30 % επί των εδρών στο κοινοβούλιο (χονδρικά 100 περίπου έδρες), τη στιγμή που με το bonus θα ελάμβανε άλλες 50 και θα έφθανε τις 150. Είναι ευκόλως εννοούμενο, επομένως, ότι σε αυτές τις εκλογές πολύ δύσκολα θα σχηματιστεί κυβέρνηση και μια νέα κάλπη σε δεύτερο χρονικό διάστημα θα είναι απαραίτητη. Για τους… εκλογολάγνους, ίσως απαιτηθεί και τρίτη (και φαρμακερή) κάλπη για να δώσει λύση στο αδιέξοδο. Στο μεταξύ όμως, υπάρχει και το σενάριο μέσω συνεργασιών, να επιτευχθεί κυβέρνηση συνεργασίας, χωρίς να είναι αναγκαία η εκ νέου προσφυγή στις κάλπες. Πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο όμως, από τη στιγμή που κανένα κόμμα δε θα είναι σε θέση να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση; Πόσο πιθανό (αλλά και βιώσιμο) είναι να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου κόμματος; Πόσα κόμματα θα απαρτίζουν το κυβερνητικό σχήμα; Ας μελετήσουμε κάποια σενάρια, που θα μπορούσαν να έχουν ρεαλιστικό υπόβαθρο.

Σενάριο 1ο: Συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ

Επανάληψη του σεναρίου του 2012-2014, τότε που οι επί χρόνια άσπονδοι «εχθροί» σχημάτισαν τη συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου. Τώρα, φυσικά, τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας, όσο και σε επίπεδο νοοτροπίας και πολιτικής στρατηγικής των δύο κομμάτων. Η ΝΔ, φέρει σίγουρα τη φθορά της εξουσίας, που είναι σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας για το Νίκο Ανδρουλάκη να πει το «ναι» σε ενδεχόμενη κυβερνητική σύμπραξη με τη Νέα Δημοκρατία. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η δυναμική που ανέπτυξε το τελευταίο διάστημα το ΠΑΣΟΚ, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό και σε απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι πολύ πιθανό να έχουν ισχυρά «αντιδεξιά» αντανακλαστικά και η συμμαχία με τη ΝΔ να τους ξενίσει και να τους απομακρύνει εκ νέου από το ΠΑΣΟΚ. Και είναι προφανές, ότι κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καθόλου αρεστό στους παροικούντες τα «πράσινα» δρώμενα. Στην προκειμένη περίπτωση, το «μεγάλο αγκάθι», που έμελλε να αλλάξει άρδην τις σχέσεις Πειραιώς και Χαριλάου Τρικούπη, αφορά την πολύκροτη υπόθεση παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ο Νίκος Ανδρουλάκης συναινέσει σε συγκυβέρνηση με το πρόσωπο που μέχρι σήμερα κατηγορεί προσωπικά ότι τον παρακολουθούσε… Οψόμεθα.

Σενάριο 2ο: Συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με ΠΑΣΟΚ, ΜέΡΑ και ανοχή  του ΚΚΕ ( ; )

Περίπλοκο και σχεδόν αδύνατο αν δε γίνουν από όλες τις μεριές υποχωρήσεις, το σενάριο της «προοδευτικής διακυβέρνησης» αποτελεί διακαή πόθο της Κουμουνδούρου και του Αλέξη Τσίπρα προσωπικά. Ερωτώμενος σε κάθε του σχεδόν συνέντευξη, περί των μετεκλογικών συνεργασιών, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θέτει το όριο των συνομιλιών στις παρυφές του ΠΑΣΟΚ, καθιστώντας απαγορευτική οποιαδήποτε συνομιλία με κόμματα της Δεξιάς. Ένα τέτοιο σενάριο όμως, θα προϋπέθετε βεβαίως, πέραν της πρωτιάς του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και ένα αρκετά καλό ποσοστό για το ΠΑΣΟΚ (περί το 15 %) αλλά και την είσοδο του ΜέΡΑ25 στη Βουλή με ένα ποσοστό κοντά στο 4 %. Και πάλι, η πλειοψηφία θα ήταν οριακή, περί τις 155 έδρες. Όσο για το ΚΚΕ, η συμμετοχή του σε οποιαδήποτε κυβέρνηση φαντάζει από δύσκολη έως όνειρο θερινής νυκτός. Πέρα από το γεγονός ότι οι σχέσεις Περισσού και Κουμουνδούρου είναι ψυχρές, ακόμα και όταν ο Αλέξης Τσίπρας πρότεινε το 2012 συγκυβέρνηση στην Αλέκα Παπαρήγα με την ίδια πρωθυπουργό, εκείνη αρνήθηκε πεισματικά, ακόμα και τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε το βάρος της τετραετούς διακυβέρνησης και τη φθορά του περάσματος από το Μέγαρο Μαξίμου. Όσον αφορά το ενδεχόμενο κυβερνητικής σύμπραξης ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, θα χρειαζόμασταν ενδεχομένως ολόκληρο κεφάλαιο για να αναλύσουμε όλες τις παραμέτρους. Θα φανταζόσασταν δίπλα δίπλα στα υπουργικά έδρανα τον Πάνο Σκουρλέτη και τη Νάντια Γιαννακοπούλου ή… τον Ανδρέα Λοβέρδο και τον Παύλο Πολάκη; Θα είχαν θέσει σε μια τέτοια κυβέρνηση τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ; Ποιος θα ήταν ο πρωθυπουργός ενός τέτοιου κυβερνητικού σχήματος; Πραγματικό μπέρδεμα!

Σενάριο 3ο: Συγκυβέρνηση ΝΔ με μικρότερα κόμματα της δεξιάς

Ίσως να φαίνεται αρκετά δύσκολη εξίσωση, αλλά πιθανόν να είναι ρεαλιστικότερο από ότι θα θέλαμε να πιστέψουμε. Το ερώτημα εδώ είναι με ποια κόμματα θα μπορούσε να συνεργαστεί το κυβερνόν κόμμα. Με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου; Με την Εθνική Δημιουργία των Τζήμερου – Κρανιδιώτη; Ή με τα άλλα μικρότερα εθνικόφρονα σχήματα; Προβάδισμα εδώ έχει ξεκάθαρα η Εθνική Δημιουργία, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι θα εξασφαλίσει την παρουσία της στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο με περίπου 9 ή 10 έδρες. Ο Θάνος Τζήμερος έχει ταχθεί κατά καιρούς υπέρ μιας ενδεχόμενης «ανοχής» του κόμματός του στη διαδικασία χορήγησης ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, υπέρ της Νέας Δημοκρατίας πάντα, ενώ από την πλευρά του ο Φαήλος Κρανιδιώτης, ήταν πρώην πολιτευτής του κόμματος του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Β’ Πειραιώς, αλλά και στενός φίλος – συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Όσο για τον Κυριάκο Βελόπουλο, αν και πολλοί εξ υμών σίγουρα δε το θυμάστε, έχει υπάρξει υποψήφιος βουλευτής με τη ΝΔ, επίσης επί Σαμαρά, στις διπλές κάλπες του 2012. Η Ελληνική Λύση πάντως, με σχεδόν εξασφαλισμένη την παρουσία της στην επόμενη Βουλή και με καθ’ όλα σίγουρη, όπως προεξοφλούν και οι περισσότερες δημοσκοπήσεις την αύξηση των ποσοστών της πανελλαδικά, ιδιαίτερα στη Βόρειο Ελλάδα, θα αποτελούσε σίγουρα μια πιθανή εναλλακτική, σε περίπτωση που η ΝΔ δεν ξεπερνούσε τον πήχη του 150 + 1. Μένει να δούμε αν η στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη περί μετεκλογικής συνεργασίας με τον συνονόματο του πρόεδρο της Ελληνικής Λύσης, απαλυνθεί, υπό το πρίσμα μιας γενικότερης πολιτικής αστάθειας, και εν τέλει μιας παρατεταμένης ακυβερνησίας.

Σενάριο 4ο: Η οικουμενική κυβέρνηση

Δε θα εξέπληττε κανέναν, αν ύστερα από μερικές εβδομάδες πολύωρων και συνεχών διαπραγματεύσεων μεταξύ των επιτελείων των κομμάτων, δεν έβγαινε λευκός καπνός από την αίθουσα των διαπραγματεύσεων. Τότε, θέλοντας και μη, προπαντός στο όνομα της πολιτικής σταθερότητας και της ανάγκης να κυβερνηθεί ο τόπος, θα οδηγούμασταν σε μία κυβέρνηση «οικουμενικού» χαρακτήρα, δηλαδή μια κυβέρνηση, στην οποία θα συμμετείχαν σχεδόν όλα τα κόμματα, εξ’ ου και ο όρος «οικουμενική». Το «πείραμα» έχει επαναληφθεί το 1989, με τις οικουμενικές κυβερνήσεις Ζολώτα και Γρίβα, ενώ το 2012 ο τραπεζικός Λουκάς Παπαδήμος αποδέχθηκε την πρόσκληση των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ να ηγηθεί μιας οικουμενικής κυβέρνησης ως πρωθυπουργός. Πολλά πρόσωπα θα μπορούσαν τη δεδομένη στιγμή να ηγηθούν ενός ευρύτερου κυβερνητικού συνασπισμού, που ενδεχομένως να συμπεριελάμβανε τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ και ίσως και κάποιο άλλο μικρότερο κόμμα. Μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Στουρνάρας, ο Μαργαρίτης Σχοινάς, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος ή και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, αν και για τον πρώτο και τον τέταρτο σίγουρα θα υπήρχαν έντονες αντιδράσεις εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ιδίως για τον δεύτερο, ίσως να ήταν και η λύση που θα προωθούσαν τα κέντρα λήψης αποφάσεων της Ε.Ε. και του εξωτερικού παράγοντα εν γένει. Σε κάθε περίπτωση, η πεπατημένη της οικουμενικής εφαρμόζεται ήδη στην Ιταλία, με τον Μάριο Ντράγκι στη θέση του πρωθυπουργού, ενώ στην Γερμανία επί πολλά χρόνια (και στα δύσκολα μνημονιακά γαρ) υπήρχε ο μεγάλος συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Γερμανών Σοσιλαδημοκρατών, υπό την ηγεσία της Άνγκελα Μέρκελ.

Επιλογικά

Οπωσδήποτε όμως, παρά το πλήθος των σεναρίων που καταγράφουν προσφάτως οι αναλύσεις και ρεπορτάζ και άλλα τόσα που θα προκύψουν στην πορεία, ιδιαίτερα αν έχουμε π.χ. και τη δημιουργία κάποιου άλλου κόμματος, οι επόμενες κάλπες προμηνύονται ενδιαφέρουσες. Ανεξάρτητα από το αν και κατά πόσο ο καθένας μας πιστεύει ή όχι τις δημοσκοπήσεις, για τις οποίες τόσος λόγος γίνεται, δεν αναιρείται το γεγονός ότι στις επόμενες εκλογές κρύβονται «εκπλήξεις». Στις εκλογές του 2012 φερ’ ειπείν, κανείς δεν προέβλεψε την (με κρότο) πτώση του ΠΑΣΟΚ, ούτε τη ραγδαία άνοδο των ΑΝΕΛ, του ΣΥΡΙΖΑ και της Χρυσής Αυγής. Το 19 % που έλαβε η ΝΔ, επίσης, προκάλεσε μεγάλο σοκ στη Ρηγίλλης και ανέδειξε έκτοτε την ανάγκη για κυβερνήσεις συνεργασίας, κλείνοντας την εποχή των πανίσχυρων, single – party κυβερνήσεων. Ο θυμόσοφος λαός μας, αρέσκεται συχνά πυκνά να χρησιμοποιεί τη φράση «αυτός λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο». Ξενοδόχος στην περίπτωση που εξετάζουμε είναι ο λαός, και ξενοδοχείο (πολυτελείας) η Ελληνική Βουλή. Το πόσους βουλευτές θα εκλέξει κάθε κόμμα, εξαρτάται καθαρά από το πόσα δωμάτια / έδρανα θα επιτρέψει στο καθένα να λάβει ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου. Και ξέρετε τι λέγανε οι υποψήφιοι πελάτες κάποτε στα ξενοδοχεία, όταν υπήρχε υπερκορεσμός της ζήτησης, αλλά ελαχιστοποίηση της προσφοράς; Ο σώζων εαυτώ σωθήτω…