Το Δράν

Λιοντάρι που βρυχάται

Ένα λιοντάρι που βρυχάται… ΑΚΟΥΕΙ κανείς;

«Αν δεν τελειώσουμε τον πόλεμο, ο πόλεμος θα μας τελειώσει», είπε κάποτε ο διάσημος συγγραφέας, γνωστός ως «πατέρας της επιστημονικής φαντασίας», Χερμπερτ Τζορτζ Γούελς. Τι γίνεται όμως όταν στον πόλεμο έρχονται αντιμέτωποι ο Δαβίδ με τον Γολιάθ, μόνο που στην προκειμένη περίπτωση ο Δαβίδ δεν έχει για εξοπλισμό ούτε την σφεντόνα του;

Ο πόλεμος, μια λέξη τόσο γνωστή σε όλους μας αλλά και τόσο άγνωστη ταυτόχρονα -καθώς μέχρι πρότινος λάμβανε χώρα σε περιοχές εκτός Ευρώπης- έφτασε στην γειτονιά μας και μάλιστα λίγο πιο βόρεια από την χώρα μας, στην Ουκρανία. Πολλοί θεωρούν ότι αφετηρία του αποτελεί η σημερινή εισβολή της Ρωσίας, στην πραγματικότητα όμως οι ρίζες αυτής της διαμάχης εμφανίζονται τον Φεβρουάριο του 2014, όταν η Ρωσία αντέδρασε στην ανατροπή μιας φιλικής προς το Κρεμλίνο κυβέρνησης στο Κίεβο, απόρροια του οποίου ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας ( μέρος που άνηκε στην Ουκρανία) ενώ παράλληλα υποστήριξε την εξέγερση των αυτονομιστών ρωσόφωνων στην περιοχή του Ντόνμπας. Τότε υπήρξε βίαια καταστολή των αυτονομιστών από ουκρανικά στρατεύματα ενώ χρησιμοποιήθηκε βαρύ πυροβολικό, τεθωρακισμένα και πολεμικά αεροσκάφη. Έπειτα ακλούθησε ένα «πινκ πονκ» κατηγοριών μεταξύ Ουκρανίας Ρωσίας, όπου οι μεν υποστήριζαν ότι οι τελευταίοι ενεπλάκησαν στηρίζοντας τους αυτονομιστές με στρατεύματα και όπλα ενώ οι δε υποστήριξαν ότι οι πρώτοι συμπεριφέρθηκαν με βίαιο τρόπο στους ρωσόφωνους του Ντόνμπας. Οι τότε ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας, Φρανσουά Ολλαντ και Άνγκελα Μέρκελ, υπό τον φόβο η διαμάχη να λάβει διεθνείς διαστάσεις, άρχισαν προσπάθειες διαπραγματεύσεων για ανακωχή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας καλώντας τις 2 χώρες σε συνάντηση στην περιοχή της Νορμανδίας τον Ιούνιο του 2014 με σκοπό την επίλυση του προβλήματος.

Παρόλα αυτά ο ουκρανικός στρατός ηττήθηκε πανηγυρικά από τους αυτονομιστές με αποτέλεσμα οι 2 αντίπαλοι να οδηγηθούν στην συμφωνία του Μινσκ, η οποία σε πρώτο στάδιο απέτυχε παταγωδώς. Αυτή προέβλεπε κατάπαυση πυρός, απόσυρση στρατευμάτων, ανταλλαγή αιχμαλώτων και ομήρων αλλά και αμνηστία για τους αυτονομιστές, ενώ παράλληλα οι τελευταίοι θα μπορούσαν να έχουν ως έναν βαθμό αυτοδιοίκηση στις περιοχές όπου ζούσαν. Παρόλα αυτά, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η συμφωνία δεν τηρήθηκε και οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν μέχρι τα ουκρανικά στρατεύματα να δεχτούν ακόμη μια σημαντική ήττα στη μάχη του Ντεμπαλτσεβε, η οποία οδήγησε στην υπογραφή της συμφωνίας Μινκς 2. Η τελευταία έφερε σημαντικές αλλαγές καθώς οι περιοχές του Ντόνμπας και του Λουχάνσκ απέκτησαν μια σχετική ανεξαρτησία από την κεντρική κυβέρνηση της Ουκρανίας, παρόλο που ανήκαν ακόμα σε ουκρανικό έδαφος. Μεταξύ άλλων απέκτησαν τοπικά κοινοβούλια αλλά και το δικαίωμα να εκλέγονται οι ρωσόφωνοι μέσω των εθνικών εκλογών στο ουκρανικό κοινοβούλιο, δίνοντας την ευκαιρία στην Ρωσία να ασκεί έλεγχο στην ουκρανική πολιτική δια των εκλεγμένων αντιπροσώπων της.

Εφτά χρόνια μετά την συμφωνία του Μινσκ τα αίματα ανάβουν πάλι στην χώρα της ανατολικής Ευρώπης, ύστερα από την απόφαση του ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να εισβάλλει ο ρωσικός στρατός στις περιοχές του Ντόνμπας και του Λουχάνσκ για να απελευθερώσει όπως ο ίδιος δήλωσε, τους καταπιεσμένους ρωσόφωνους από τον ουκρανικό ζυγό που τους κακομεταχειρίζεται. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν ουκ ολίγες φορές έχει αποδείξει ότι αποτελεί πράγματι έναν συνετό ηγέτη. Έναν συνετό ηγέτη που συμπεριφέρεται όπως οι συνετοί τοξότες, οι οποίοι, επειδή τους φαίνεται πολύ μακρινός ο στόχος που επιθυμούν να χτυπήσουν και γνωρίζοντας μέχρι ποιου σημείου φτάνει η ικανότητα του τόξου τους, στοχεύουν πολύ πιο ψηλά από το στόχο που θέλουν να φτάσουν, όχι για να φτάσουν με το βέλος τους σε μεγάλο ύψος, αλλά για να μπορέσουν να φτάσουν το στόχο τους με τη βοήθεια μιας τόσο ψηλής στόχευσης. Και γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί έτσι και ο Πούτιν εισέβαλλε στην Ουκρανία παραβιάζοντας κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου αλλά και κάθε υπογεγραμμένη συμφωνία έχοντας βρει τις κατάλληλες συνθήκες, εφόσον η Ευρώπη ηγείται από δηλούς πολιτικούς που δεν θα προβάλλουν αντίσταση, προκειμένου να πετύχει τους πραγματικούς του στόχους. Με το πρόσχημα της απελευθέρωσης των αυτονομιστών εισέβαλλε στην Ουκρανία και εν συνεχεία προχώρησε στο Κίεβο («στοχεύοντας πιο ψηλά με το βέλος του») προκειμένου να πετύχει τους 2 βασικούς του στόχους υπό την απειλή της ολοκληρωτικής κατάληψης της Ουκρανίας. Ο πρώτος στόχος, τον οποίο φαίνεται ότι θα πετύχει, είναι η μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, καθώς από την τελευταία έχει μεγάλα γεωπολιτικά συμφέροντα ενώ ο δεύτερος στόχος, που φαντάζει πιο μακρινός αλλά όχι ακατόρθωτος είναι η απόσυρση των βαλλιστικών όπλων του ΝΑΤΟ από τις χώρες της βαλτικής (Λετονία, Λιθουανία και Εσθονία), καθώς η ύπαρξη τέτοιων όπλων απειλεί την ακεραιότητα της Ρωσίας.

Θλίψη και οργή αποτελεί το γεγονός ότι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ παρακολουθούν την κατάσταση χωρίς να βοηθούν έμπρακτα την Ουκρανία και στηριζόμενοι απλώς σε τραγελαφικές εκδηλώσεις όπως ο φωτισμός διάφορων αξιοθέατων στα χρώματα της ουκρανικής σημαίας. Με αυτόν τον τρόπο αποδέχονται την παραβίαση του διεθνούς δικαίου δίνοντας παράλληλα πάτημα σε χώρες όπως η Τουρκία να ενεργήσει μελλοντικά κατά τον ίδιο τρόπο στην Θράκη η οποία κατοικείται από πολλούς μουσουλμάνους. Με την αδιαφορία των δυνάμεων αυτών προς την αδύναμη Ουκρανία η φράση του αείμνηστου Νίκου Καζαντζάκη «Αν λαχταράς την λευτεριά σε ξένους μην ελπίζεις, παρ΄ την ο ίδιος αν μπορείς, αλλιώς δεν την αξίζεις» φαίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ.