«Να είσαι ο εαυτός σου!», λένε. Κι όμως, χρειάζεται πολλές πρόβες ένας άνθρωπος για να είναι ο εαυτός του. Δύσκολη (απο)στολή το να είσαι εσύ, στολή σπάνια, δυσεύρετη… Αλήθεια, πόσες φορές ήσουν πραγματικά ο εαυτός σου;
Η πανδημία ήρθε να προσθέσει ακόμη μία μάσκα στο πρόσωπό μας, μία μάσκα που θα μας προστατεύσει. Μα… η ήδη υπάρχουσα μάσκα, ποια ήταν; Πρόκειται για μία μάσκα, που φοράμε είτε αθέλητα είτε και ηθελημένα, μάσκα εξίσου προστατευτική, όχι όμως από τη διασπορά της πανδημίας αλλά από τη διαφοροποίηση.
Σοβαροφάνεια, ανειλικρίνεια, εσωτερίκευση συναισθημάτων, μάστιγες της εποχής. Θες να είσαι ο εαυτός σου, θες να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, τη χαρά, τη λύπη, την αγάπη, τον θυμό σου. Προτιμάς να σιωπάσεις, να σιωπάσεις για να μην κριθείς. Σε καταπιέζουν να καταπιεστείς. Προτιμάς να φορέσεις τη μάσκα σου για να γίνεις αποδεκτός, για να μη σε λογοκρίνουν. Να χαρείς, αλλά με μέτρο, μη σε πουν «χαζοχαρούμενο». Να λυπηθείς ,αλλά λίγο, αλλιώς θα σε χαρακτηρίσουν «καημένο». Να αγαπήσεις, αλλά να μην αγαπήσεις και πολύ, θα σε πουν «εύκολο». Να θυμώσεις, και βέβαια, αλλά να «καταπιείς» τον θυμό σου, αλλιώς θα σε περάσουν για τρελό. Και ,τελικά, καταλήγεις κάθε φορά να επιλέγεις να φορέσεις τη μάσκα σου, να κρύψεις τον πραγματικό σου εαυτό και τα αυθεντικά συναισθήματά σου και να υποταχθείς στα τυπικά – άτυπα – και άτοπα – «πρέπει». Το πιο εξουθενωτικό είναι να είσαι ανειλικρινής. Αυτός είναι ο λόγος που η κοινωνική ζωή είναι τόσο εξουθενωτική. Όλοι φοράνε μάσκες. Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και τότε ίσως σου πει την αλήθεια.
Πόσο κουραστικό να υποδύεσαι κάποιον άλλον; Κάποιον που δεν είναι εσύ; Κάποιον που οι άλλοι θα ήθελαν να είσαι; Πόσο ψυχοφθόρο να «παγώνεις» τα συναισθήματά σου, να νιώθεις να «πνίγεσαι» αλλά να τους αφήνεις να σε «πνίγουν»; Πόσο επώδυνο να προσπαθείς να αποδείξεις στον καθέναν ποιος είσαι, αν αξίζεις, τι αξίζεις και γιατί το αξίζεις; Να αλλάζεις συνήθειες και συμπεριφορά για να αρέσεις. Και στο τέλος; Γίνεσαι ένα με αυτούς, ίδιος και απαράλλακτος. Χάνεις τη μοναδικότητα, την προσωπικότητά σου, για να μοιάσεις στους άλλους. Αλλά και αυτοί οι άλλοι με τη σειρά τους μοιάζουν με κάποιους άλλους, και οι άλλοι με άλλους… και όλοι γίνονται ίδιοι, άλλοι, μία αντωνυμία αόριστη, όχι ορισμένη, ούτε καν οριστή, όχι διαφορετικοί, αλλά ίδιοι. Γίνονται ένας από όλους, όχι από όλους ο ένας. Και κανένας δε γίνεται εσύ. Υποκρίνονται ότι είναι κάποιοι που ήθελαν οι άλλοι να είναι μέχρι που τελικά γίνονται εκείνοι. Ή, εκείνοι γίνονται αυτοί. Όλοι φοράνε μάσκες, τις ίδιες μάσκες.
Και έτσι οι άνθρωποι στην προσπάθειά μας να γίνουμε ίσοι και όμοιοι με τους υπόλοιπους ομοίους, καταλήγουμε να χάνουμε τον εαυτό μας, να ξεχνάμε ποιοι είμαστε, τι πρεσβεύουμε, τι θέλουμε… υιοθετούμε τον κοινωνικό κομφορμισμό – ή ο κοινωνικός κομφορμισμός μας υιοθετεί – κι εμείς απαθείς, κρυμμένοι πίσω από τις μάσκες μας. Άλλωστε, όπως είχε ισχυριστεί και ο Αμερικανός συγγραφέας Ναθάνιελ Χόθορν, «Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φορά για πολύ καιρό ένα πρόσωπο για τον εαυτό του και ένα διαφορετικό για τον πολύ κόσμο, χωρίς να μπερδευτεί τελικά για το ποιο από τα δύο είναι το αληθινό.»