Στην επικαιρότητα πλέον παντού ευρίσκεται ο θάνατος του τελευταίου βασιλέως της Ελλάδος, του Κωνσταντίνου Β’. Ιστορικές συζητήσεις για τη ιστορική θέση της βασιλικής οικογενείας στην Ελλάδα έχουν κατακλείσει τα social media και μία αντιπαλότητα βασιλοφρόνων και αντιβασιλικών έχει βγει ξανά στην επιφάνεια. Αυτό το άρθρο λοιπόν θα γίνει στη μνήμη της βασιλικής οικογενείας και θα προσπαθήσει να προσεγγίσει την σύγχρονη ιστορία της, με όσο πιο αντικειμενικό τρόπο γίνεται, από τότε που άρχισαν τα προβλήματα έως σήμερα με στόχο να εξηγηθεί το πως φτάσαμε ως εδώ.

Γυρίζουμε πίσω στο 1915 όταν και επίσημα αρχίζει ο εθνικός διχασμός στην Ελλάδα στα πλαίσια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918). Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α’ τάσσεται υπέρ της ουδετερότητος της Ελλάδος ενώ ο εκλεγμένος πρωθυπουργός της χώρας, Ελευθέριος Βενιζέλος, έκρινε ότι η συμμετοχή της Ελλάδος στο πλευρό της Αντάντ θα είχε εδαφικό όφελος για τη χώρα. Ο Βασιλιάς ανάγκασε δύο φορές τον Βενιζέλο σε παραίτηση και η κατάσταση δεν άργησε να ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Ο Κωνσταντίνος θα παραδώσει αμαχητί την Ανατολική Μακεδονία στους Βουλγάρους με τον Βενιζέλο να αντιδράει συγκροτώντας κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης το 1916 στη Θεσσαλονίκη. Οι φιλοβασιλικοί θα συγκροτήσουν παραστρατιωτικά τάγματα τραμπούκων με όνομα, Επίστρατοι, οι οποίοι θα πρωταγωνιστήσουν σε αιματηρά πογκρόμ κατά των βενιζελικών σε μία εποχή ακραίου πολιτικού μίσους και πόλωσης. Το 1917 με παρέμβαση της Δύσεως ο βασιλιάς φεύγει και η χώρα ενοποιείται υπό τον Βενιζέλο. Η κόντρα θα αναθερμανθεί το 1920 όταν οι αντιβενιζελικοί βασιλόφρονες θα έρθουν ξανά στο προσκήνιο με τα συνθήματα «οίκαδε» ( τα παιδιά μας πίσω ) και «μικρά πλην τιμία Ελλάς» εκμεταλλευόμενοι την εξάντληση των Ελλήνων από σχεδόν 10 έτη πολέμου, τασσόμενοι ενάντια στο όραμα του Βενιζέλου περί της Ελλάς των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Οι επεισοδιακές εκλογές του 1920 θα δώσουν νίκη στην Ηνωμένη Αντιπολίτευση των εθνικοφρόνων/βασιλοφρόνων υπό τον Δημήτριο Γούναρη που με νόθο δημοψήφισμα θα φέρουν πίσω τον Κωνσταντίνο Α’ και ο πόλεμος θα συνεχιστεί με επιπόλαιες εκκαθαρίσεις του στρατεύματος από βενιζελικούς κάτι που θα επισπεύσει τη κατάρρευση του μετώπου στη Μικρασία. Ο Κωνσταντίνος θα συνδέσει με το όνομα του την σφαγή καθώς ενώ ο Ελληνικός στρατός αποχωρούσε από τη Σμύρνη ψήφισε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο όσοι δεν είχαν χαρτιά δεν μπορούσαν να έρθουν στην Ελλάδα παρατώντας ουσιαστικά στη μοίρα τους χιλιάδες ( ίσως και εκατομμύρια ) Ελλήνων και Αρμενίων στο έλεος των Τούρκων του Κεμάλ. Ο αδερφός του Κωνσταντίνου, πρίγκιπας Ανδρέας, δήλωσε πως μακάρι να τους σφάξει όλους ο Κεμάλ. Μετά από αυτό το 1922 με πραξικόπημα οι βασιλόφρονες ανατρέπονται και ο βασιλιάς εξορίζεται και πεθαίνει μόνος του στο Παλέρμο. Το 1924 ριζοσπαστικοί βενιζελικοί όπως ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου διεξάγουν δημοψήφισμα στο οποίο το 70% του λαού τάσσεται υπέρ της προεδρευομένης δημοκρατίας ιδρύοντας και επίσημα την Β’Ελληνική αβασίλευτη Δημοκρατία. Ο Βενιζέλος ήταν κατά του δημοψηφίσματος για αποβολή της μοναρχίας


11 χρόνια αργότερα ο Γεώργιος Κονδύλης με πραξικόπημα στα τέλη του 1935 διεξάγει δημοψήφισμα με το οποίο το 98,7% του λαού τάσσεται υπέρ της επιστροφής του βασιλέως ( ποσοστό που έκανε μέχρι και τους δυτικούς πρέσβεις στην Ελλάδα να γελάνε και να λένε πως όλοι κάνουν νοθεία αλλά εσείς το πήγατε σε άλλο επίπεδο, ο Άγγλος δε, έλεγε πως κανονικά ούτε 40% δεν θα έπαιρνε ). Το δημοψήφισμα υποστηρίχτηκε από την φασιστική οργάνωση «Βασιλόφρονες Αγκυλοσταυρίτες» με έμβλημα τη σβάστικα και ένα στέμμα. Έτσι επιστρέφει ο Γεώργιος Β’ με σβάστικες να κυματίζουν στην επιστροφή. Απονέμει χάρη στους βενιζελικούς για το κίνημα κάτι που εξοργίζει τους βασιλόφρονες και αναγκάζει σε παραίτηση τον Κονδύλη που αγωνίστηκε υπέρ της επιστροφής του. Τον Μάρτιο του 1936 αναθέτει τη κυβέρνηση στον Ιωάννη Μεταξά ο οποίος στις 4 Αυγούστου καταλύει το κοινοβούλιο και το σύνταγμα εγκαθιστώντας δικτατορία. Φεύγει ξανά το 1941 με την εισβολή των Γερμανών. Στα χρόνια της απελευθέρωσης ο Γεώργιος Β’ επιστρέφει ξανά με νόθο δημοψήφισμα, λίγο πιο μετριοπαθές αυτή τη φορά, με ένα 69% κάνοντας παγκόσμια ελληνική πρωτοτυπία ως ο πρώτος μονάρχης που ήρθε με νόθο δημοψήφισμα δύο φορές. Μεγάλη μερίδα βασιλοφρόνων πλέον είχε αρχίσει να απομακρύνεται καθώς θεώρησε πως ο βασιλιάς τους πούλησε. Θα πεθάνει το 1947 στα χρόνια του εμφυλίου.

Αναλαμβάνει ο βασιλιάς Παύλος μαζί με τη γυναίκα του την Φρειδερίκη η οποία έμεινε γνωστή και ως «Φρίκη» καθώς στα χρόνια του εμφυλίου οργάνωσε τις διαβόητες παιδουπόλεις όπου με πρόσχημα το κομμουνιστικό κίνδυνο ( μιας που οι κομμουνιστές απήγαγαν παιδιά και τα έστελναν στο Ανατολικό μπλοκ ) μετέφερε δια της βίας χιλιάδες ελληνόπουλα εκεί πολλά από τα οποία υπέστησαν βασανιστήρια από τους φύλακες ( όπως το παλούκωμα με σίδερο που έχει καταγραφεί σε μερικές μαρτυρίες παιδιών ) και υπήρχε ένα δίκτυο παράνομων υιοθεσιών με παιδιά να ξεπουλιούνται έως και στις ΗΠΑ. Οι βασιλιάδες τα έβαλαν ακόμα και με την Δεξιά. Παρέμβαιναν και στις κυβερνήσεις Αλεξάνδρου Παπάγου 1952-1955 και Κωνσταντίνου Καραμανλή 1955-1963 αρνούμενοι μάλιστα να μειώσουν τις δαπάνες τους μετά από έκκληση του τελευταίου τον οποίον οι ίδιοι διόρισαν μετά το θάνατο του Παπάγου για να τον ελέγχουν αλλά εκείνος για να απαλλαγεί από τη κηδεμονία τους το 1956 προκήρυξε τις εκλογές με ακραίο πλειοψηφικό σύστημα. Η Φρειδερίκη ήταν ένα μη δημοφιλές πρόσωπο ακόμα και στους βασιλόφρονες.



Ο προσφάτως αποθανών Κωνσταντίνος Β’ έμελλε να είναι ο μοιραίος. Ανέλαβε το 1964 και ένα χρόνο μετά προκάλεσε τα γνωστά Ιουλιανά όπου τον Ιούλιο του 1965 προκάλεσε τη πτώση της δημοκρατικά εκλεγμένης ( με ποσοστό ρεκόρ, 53% ) κεντρώας κυβερνήσεως του Γεωργίου Παπανδρέου επειδή αρνούνταν να δώσει το υπουργείο αμύνης στον φιλοβασιλικό Πέτρο Γαρουφαλιά. Στο διάγγελμα του το 1966 θα αποκαλέσει μιάσματα τους ψηφοφόρους του Παπανδρέου. Επί δύο χρόνια επικράτησε χάος και αναρχία στη χώρα μέχρι στις 21 Απριλίου 1967 να γίνει το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών. Εκεί ο Κωνσταντίνος Β’ στην αρχή θα φανεί συνεργάσιμος αλλά στις 13 Δεκεμβρίου 1967 θα πραγματοποιήσει αποτυχημένο αντικίνημα και θα φύγει στο εξωτερικό. Η Χούντα το 1973 θα συγκροτήσει νέο σύνταγμα στηρίζοντας την αβασίλευτη δημοκρατία. Όμως το τέλος θα έλθει μετά τη πτώση της Χούντας όταν το 1974 επί Κωνσταντίνου Καραμανλή ( ο οποίος θα πάρει τη ρεβάνς του ενάντια στους βασιλιάδες ) διενεργείται δημοψήφισμα στο οποίο το 69% τάχθηκε υπέρ της αβασιλεύτου δημοκρατίας κλείνοντας οριστικά αυτό το κεφάλαιο. Και αυτή τη φορά οι βασιλιάδες δεν είχαν κανένα κομματικό έρεισμα για να ελπίζουν σε επιστροφή. Η παρέμβαση τους ακόμα και έναντι Δεξιών είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί η φιλομοναρχική πτέρυγα της Δεξιάς. Με τη διαρκή τους παρέμβαση οι βασιλιάδες έχασαν το έρεισμα τους στη Δεξιά και έτσι ενώ τις άλλες φορές είχαν πάντα ένα κόμμα να τους στηρίζει όπως το ιστορικό φιλοβασιλικό αντιβενιζελικό “Λαϊκόν Κόμμα” βρέθηκαν τελείως μόνοι στην Μεταπολίτευση καθώς ο διάδοχος των δεξιών κομμάτων, η Νέα Δημοκρατία είχε πλέον αντιβασιλικό προσανατολισμό, έτσι δεν υπήρξε πια κάποιο κόμμα να εκπροσωπεί την βασιλεία.
